Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Τότε


Φορούσα άσπρο καλσόν και παπούτσια νούμερο 32.
Ένα ενήλικο χέρι με περπατούσε προσεχτικά στα πεζοδρόμια.
Οι περαστικοί μου χαμογελούσαν και οι παππούδες στα καφενεία μου χάριζαν καραμέλες.
Είχα την γειτονιά για κόσμο και τα σπίτια για πολιτείες.
Όλα μετρημένα και στα μέτρα μου.
Ώσπου μια μέρα στο καφενείο με επισκέφθηκε το τραγούδι αυτό.
Μια πτώση και ένα χάσμα.
Μια λύπη για τις ακατανόητες λέξεις.
Δυο δάκρυα για την πένθιμη μουσική.
Κι ύστερα ο ήλιος ενοχλητικός και ανελέητος.
Η μυρωδιά του κρασιού και οι ξύλινες καρέκλες φαντάσματα του μέλλοντος.
Στο επόμενο βήμα μου κρατούσα την θλίψη όλου του κόσμου.
Μια γνώση του που δεν έψαξα, δεν διάλεξα και δεν βίωσα.
Μέχρι σήμερα.
Κουβαλάω το βάρος της αντίληψης.
Με ξεπερνάει.
Με καταπίνει.
Και με ξεβράζει ένα πάτωμα πιο βαθιά.
Πενθώ όσα δεν συμβαίνουν.
Για όσα άσχημα συμβαίνουν, λυπάμαι μόνο.
Τα χέρια μου κλαίνε πιο πολύ απ' τα μάτια μου.
Όσα δεν κράτησα, ήταν τα κατάλληλα.
Γεννημένα για μένα.
Δεν θα τα γνωρίσω ποτέ.
Δεν θα με γνωρίσω ποτέ.
Δεν θα με ζήσω ποτέ.
Θα με αντιλαμβάνομαι.
Μόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου